Παιδορθοπαιδικές παθήσεις2019-02-18T15:47:06+03:00

Παιδορθοπαιδικές παθήσεις

  • Ραιβογονία και βλαισογονία

  • Ανισοσκελία

  • Ραιβοϊπποποδία

  • Πλατυποδία

  • Οστεοχονδρίτιδες

  • Αναπτυξιακή δυσπλασία του ισχίου

  • Οστεοχονδρίτιδα ισχίου
    (Nοσος legg-calve-perthes)

  • Σκολίωση

  • Ραιβόκρανο

Θα περιγράψουμε μερικές συχνές αιτίες και κάποιες γενικές αρχές θεραπείας.
Ο ορθοπαιδικός σας θα είναι σε θέση να σας δώσει πιο λεπτομερή καθοδήγηση για το πρόβλημά σας.

Ραιβογονία και βλαισογονία

Ραιβογονία σημαίνει ότι τα γόνατα έχουν κενό μεταξύ τους όταν τα πόδια (αστράγαλοι) έρχονται σε επαφή το ένα με το άλλο. Βλαισογονία παρατηρείται όταν υπάρχει κενό ανάμεσα στους αστραγάλους όταν τα γόνατα ακουμπούν το ένα το άλλο.

ΕΙΝΑΙ Η ΒΛΑΙΣΟΓΟΝΙΑ ΚΑΙ ΡΑΙΒΟΓΟΝΙΑ ΑΝΩΜΑΛΙΕΣ?

ΟΧΙ ΣΤΑ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΑ ΠΑΙΔΙΑ. Μία έρευνα στη Σκανδιναβία το 1975 βρήκε ότι όλα τα παιδιά είχαν ραιβά γόνατα μέχρι την ηλικία των 2 ετών. Μετά παρουσίασαν βλαισογονία και αυτό γίνεται πιο φανερό στην ηλικία 3 και 4 ετών. Σιγά σιγά τα άκρα ισιώνουν και παίρνουν το σχήμα του ενήλικα μεταξύ 10 και 12. Τα βαριά παιδιά και τα παιδιά με χαλαρούς συνδέσμους εξασκούν μεγαλύτερη στα γόνατα και παρουσιάζουν μεγαλύτερη παραμόρφωση. Πολλά μωρά έχουν μεγάλους και ογκώδεις μύες στα κάτω άκρα και αυτό κάνει τα πόδια να φαίνονται στραβά ακόμη και όταν τα κόκκαλα είναι σχεδόν ίσια.

Μπορούμε να αποκαλέσουμε τα ραιβά γόνατα μέχρι την ηλικία των 2 και τα βλαισά μέχρι την ηλικία των 10-12 σαν “φυσιολογικά” γιατί έτσι αναπτύσσεται το ανθρώπινο σώμα.

Αν ένα παιδί έχει ραιβά γόνατα μετά την ηλικία των 2, βλαισά γόνατα πριν την ηλικία των 2 και μετά την ηλικία των 10-12 ίσως υπάρχει πρόβλημα. Πρέπει να γίνουν εξετάσεις σ’αυτά τα παιδιά, αν και τότε το παιδί μπορεί να είναι φυσιολογικό γιατί το εύρος του “φυσιολογικού” είναι μεγάλο και αλληλοκαλύπτεται με το παθολογικό.

ΤΙ ΠΡΟΚΑΛΕΙ ΑΝΩΜΑΛΗ ΒΛΑΙΣΟΓΟΝΙΑ ΚΑΙ ΡΑΙΒΟΓΟΝΙΑ?

Υπάρχουν διάφορες αιτίες. Υπέρβαρα παιδιά που περπατάνε νωρίς (πριν το 1ο έτος ηλικίας) μπορεί να πάθουν βλάβη στις επιφύσεις. Αυτό σταματάει το αυτόματο μηχανισμό διόρθωσης και έτσι το παιδί έχει ραιβά γόνατα μετά την ηλικία των 2. Έχουν τη δυνατότητα να το διορθώσουν μέχρι την ηλικία των 3 αλλά ίσως χρειαστούν ειδικοί νάρθηκες ή και χειρουργική επέμβαση. Χρειάζεται παρακολούθηση και ακτινογραφίες.

Η ραχίτιδα είναι ένα άλλο αίτιο που προκαλεί βλαισο- και ραιβογονία. Οφείλεται σε έλλειψη βιταμίνης D. Αυτό εμφανίζεται είτε σαν αποτέλεσμα φτωχής δίαιτας, έλλειψης ηλιακού φωτός (όχι στην Ελλάδα!) ή γιατί ο μεταβολισμός κάποιων ανθρώπων δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει τη βιταμίνη.

Η τρίτη πιο συχνή αιτία είναι γενετική. Αν κάποιος στενός συγγενής έχει ραιβά γόνατα αυτό και μόνο σημαίνει ότι το παιδί τα έχει κληρονομήσει αν το πρόβλημα παραμένει μετά την ηλικία των 2. Η θεραπεία, αν χρειάζεται, είναι χειρουργική.

Ανισοσκελία

Η ανισοσκελία (Limb Length Discrepancy – LLD) είναι η παθολογική κατάσταση κατά την οποία το παιδί παρουσιάζει άνισο μήκος μεταξύ των κάτω άκρων του. Η παραμόρφωση μπορεί να εκδηλώνεται στο μηριαίο οστό, την κνήμη ή και στα δύο οστά.

Οι ανισότητες μεταξύ των δύο κάτω άκρων μπορεί να έχουν επιζήμιες συνέπειες στην ποιότητα ζωής του παιδιού, δηλαδή προκαλούν λειτουργική σκολίωση, δυσκολία στη βάδιση, στη δυνατότητα για παιχνίδι και στη συμμετοχή σε αθλητικές δραστηριότητες.

Η ανισοσκελία μπορεί να είναι συγγενής (εκ γενετής) ή να αναπτυχθεί μετά από κάταγμα ή τραυματική κάκωση. Ένα παιδί μπορεί να έχει υποστεί κάκωση, η οποία να προκαλεί βλάβη στην ανάπτυξη της επιφυσιακής πλάκας του. Καθώς το παιδί συνεχίζει να μεγαλώνει, η ανισκοσκελία του παρουσιάζει βραδεία αύξηση.

Η ανισοσκελία μπορεί, επίσης, να προκληθεί από λοιμώξεις, όγκους ή συνεπεία χρόνιων καταγμάτων, γενετικών ανωμαλιών, πόρωσης σε πλημμελή θέση ή αποτυχίας πόρωσης. Προσβάλλει τόσο τους ενήλικες, όσο και τα παιδιά. Η ανισοσκελία αντιμετωπίζεται παραδοσιακά με συστήματα εξωτερικής οστεοσύνθεσης.

Ραιβοϊπποποδία

Η ραιβοϊπποποδία διακρίνεται με βάση την αιτιολογία της σε συγγενή ραιβοϊπποποδία,παραλυτική ραιβοϊπποποδία(από πολιομυελίτιδα,εγκεφαλική παράλυση,μηνιγγομυελοκήλη κ.λπ.) και τη ραιβοϊπποποδία που παρατηρείται στην αρθρογρύπωση.Η συγγενής ραιβοϊπποποδία αποτελεί τη συχνότερη συγγενή παραμόρφωση του ποδιού και είναι συχνότερη στα αγόρια από ότι στα κορίτσια (2:1), ενώ στις μισές περίπου περιπτώσεις εντοπίζεται αμφοτερόπλευρα.

Οι παθολογοανατομικές αλλοιώσεις εντοπίζονται τόσο στα οστά, όσο και στα μαλακά μόρια του ποδιού.

Το πρόσθιο τμήμα του ποδιού βρίσκεται σε προσαγωγή και το οπίσθιο σε μεγάλη ραιβότητα. Ο αστράγαλος φέρεται προς τα κάτω και έσω και είναι ψηλαφητός στην περιοχή του ταρσιαίου κόλπου. Το σκαφοειδές οστούν είναι επίσης παρεκτοπισμένο προς τα έσω. Τα μαλακά μόρια της έσω επιφάνειας του ποδιού υπολείπονται σε ανάπτυξη και είναι βραχύτερα από τα φυσιολογικά.

Το πόδι παραμένει πάντοτε μικρότερο του υγιούς ακόμη και μετά από επιτυχή θεραπευτική αντιμετώπιση.

Βάση της κλινικής εικόνας έχουμε τρείς βαθμούς βαρύτητας της πάθησης:

Ελαφρά μορφή η οποία είναι η σπανιότερη και διορθώνεται εύκολα παθητικά.

Μέσης βαρύτητας. Διορθώνεται με χειρισμούς, δεν υπάρχει εγκάρσια πτυχή στο πέλμα και κατά κανόνα αντιμετωπίζεται με επιτυχία συντηρητικά με διαδοχική (ανά εβδομάδα) τοποθέτηση μηροκνημοποδικών γύψινων επιδέσμων. Οι δυο αυτές μορφές αναφέρονται ως εύκαμπτη μορφή ραιβοϊπποποδίας.

Βαρείας μορφής ή δύσκαμπτη ραιβοϊπποποδια. Δεν διορθώνεται παθητικά, οι παραμορφώσεις που προαναφέρθηκαν είναι έντονες και κατά κανόνα μετά από χρονικό διάστημα ορισμένων μηνών τοποθέτησης διορθωτικών γύψινων επιδέσμων απαιτείται χειρουργική διόρθωση.

Η θεραπευτική αντιμετώπιση μπορεί να είναι συντηρητική, χειρουργική ή συνδυασμός αυτών.

Η συντηρητική αντιμετώπιση αρχίζει αμέσως μετά τη γέννηση (την 5η-7η ημέρα της ζωής ) με τοποθέτηση μηροκνημοποδικού γύψινου επιδέσμου σε θέση διόρθωσης του ποδιού, με το γόνατο σε κάμψη 90 μοιρών περίπου, ώστε να μην βγάζει το βρέφος μόνο του τον γύψινο επίδεσμο. Οι διορθωτικοί γύψινοι επίδεσμοι αλλάζουν ανά μια εβδομάδα, διότι η αύξηση του παιδιού μπορεί να δημιουργήσει πιεστικά προβλήματα.

Την τελευταία δεκαετία χρησιμοποιείται ευρέως από πολλούς ορθοπαιδικούς η μέθοδος συντηρητικής αντιμετώπισης κατά Ponseti, παρουσιάζοντας πολύ καλά αποτελέσματα.

Στις περιπτώσεις σκληρής και δύσκαμπτης ραιβοϊπποποδιας, η αρχική συντηρητική αντιμετώπιση έχει ως σκοπό τον περιορισμό της περαιτέρω επιδείνωσης της παραμόρφωσης και όχι την επίτευξη διόρθωσης με συντηρητικά μέσα.

Σε ηλικία περίπου 6 μηνών, γίνεται εκτίμηση του αποτελέσματος που επιτεύχθηκε συντηρητικά και αποφασίζεται αν θα χρειαστεί χειρουργική αντιμετώπιση. Η τελευταία περιλαμβάνει εγχειρήσεις επί των μαλακών μορίων, επί των οστών ή επί αμφοτέρων

Πλατυποδία

Πλατυποδία είναι η ελάττωση του ύψους ή και η εξάλειψη της ποδικής καμάρας με σύγχρονη βλαισότητα της πτέρνας. Φυσιολογικά η ποδική καμάρα αρχίζει να αναπτύσσεται μετά την ηλικία των 12 – 18 μηνών, αφού δηλαδή το βρέφος αρχίζει να περπατά και ολοκληρώνεται γύρω στα 5 – 6 χρόνια.Είναι φυσικό στη περίοδο αυτή η ποδική καμάρα να είναι ελαττωμένη, γι’ αυτό μόνο εφόσον συνοδεύεται από βλαισότητα της πτέρνας, το εύρημα αυτό αξιολογείται .

Όταν το παιδί αρχίζει να στέκεται και να βαδίζει, χρειάζεται μια μεγάλη βάση στήριξης, όπου το βάρος περνά μέσα από την έσω επιφάνεια του ποδιού, αναγκάζοντας το εύκαμπτο πόδι να πάρει θέση βλαισότητας στο οπίσθιο τμήμα του και απαγωγής στο πρόσθιο. Η φυσιολογική έσω στροφή στο ισχίο και γόνατο τείνει να αυξήσει τον πρηνισμό με έσω στροφή στον αστράγαλο και την πελματιαία κάμψη. Η φυσιολογική χαλαρότητα των αρθρώσεων του ποδιού φθάνει στην ακμή της σε παιδιά 2 με 3 χρονών και μετά βαθμιαία υποχωρεί. Στην ηλικία των 2 χρονών, σχεδόν 97% των φυσιολογικών παιδιών έχουν κάποιο βαθμό πλατυποδίας. Μέχρι την ηλικία των 10 χρονών, μόνο το 4% παραμένουν με πλατυποδία. Η επίδραση του παπουτσιού στην ανάπτυξη του ποδιού είναι αμφισβητήσιμη γιατί η εξέταση μεγάλων ομάδων πληθυσμού πρωτόγονων φυλών, σε σύγκριση με λαούς που φορούν παπούτσια, έδωσε σχεδόν ίδια ποσοστά πλατυποδίας.

Η Πλατυποδία διακρίνεται σε:

Χαλαρή Πλατυποδία: Είναι κατά κανόνα αμφοτερόπλευρη και οφείλεται συνήθως σε χαλαρότητα των συνδέσμων του άκρου ποδός. Λιγότερο συχνά παρατηρείται σε εξωτερική στροφή των σκελών, σε βλαισά γόνατα, βραχύ αχίλλειο τένοντα κ.λπ.

Δύσκαμπτη Πλατυποδία: Ο ασθενής (εκτός από την περίπτωση του κάθετου αστραγάλου), συνήθως είναι έφηβος ή άτομο μεγαλύτερης ηλικίας και παραπονείται κυρίως για πόνο και δυσκαμψία στα πόδια. Τα αίτια μπορεί να διακριθούν σε συγγενή και επίκτητα

Στα συγγενή ανήκουν:

  • Οστική ή χόνδρινη γέφυρα που συνδέει την πτέρνα με το σκαφοειδές ή με τον αστράγαλο
  • Κάθετος αστράγαλος που αποτελεί ανωμαλία της διάπλασης του άκρου ποδός κατά την οποία ο αστράγαλος φέρεται κάθετα μεταξύ πτέρνας και σκαφοειδούς, έτσι ώστε ο αυχένας του να κάνει άρθρωση με το σκαφοειδές.

Στα επίκτητα ανήκουν:

  • Κατάγματα ενδαρθρικά της πτέρνας ή του αστραγάλου
  • Φλεγμονές της αστραγαλοπτερνικής άρθρωσης (φυματιώδης, ρευματοειδής κ.λπ.)

Η πλατυποδία τόσο στα παιδιά όσο και στους ενήλικες είναι συνήθως χαλαρού τύπου και παρουσιάζεται σε άτομα με γενικευμένη χαλαρότητα.

Κατά την εξέταση του πέλματος χωρίς φόρτιση μπορεί κανείς να παρατηρήσει μια σχετικά φυσιολογική καμάρα. Στις περιπτώσεις που δεν σχηματίζεται ποδική καμάρα κατά την αποφόρτιση του άκρου ποδός, τότε η πλατυποδία ονομάζεται δύσκαμπτη.

Συμπτωματολογία: Τα παιδιά κατά κανόνα δεν παραπονούνται για πόνο ή άλλα ενοχλήματα. Οι γονείς όμως συνήθως αναφέρουν ότι τα παιδιά τους παρουσιάζουν εύκολα κούραση, συχνές πτώσεις και κάπως άχαρο και ασταθές βάδισμα, συγκρινόμενα με τα συνομήλικά τους υγιή παιδιά. Επίσης αναφέρουν γρήγορη φθορά και παραμόρφωση των υποδημάτων.

Κλινική Εικόνα: χαρακτηρίζεται από τα ακόλουθα:

Πτώση της επιμήκους καμάρας, ιδίως σε φόρτιση, δηλ. κατά την όρθια στάση.

Επανεμφάνιση της καμάρας με το πόδι σε μη φορτιζόμενη θέση. Προεξοχή ή όχι της κεφαλής του αστραγάλου προς την έσω πλευρά του ποδιού.

Απαγωγή του πρόσθιου μέρους του ποδιού από την αστραγαλοσκαφοειδή άρθρωση

Βλαισότητα της πτέρνας

Εμφάνιση βραχέος αχίλλειου τένοντα

Κλινική εξέταση: Η ποδική καμάρα δεν υπάρχει κατά τη γέννηση του παιδιού, αναπτύσσεται δυναμικά και παίρνει την τελική μορφή περί την ηλικία των 5 ετών. Η ωρίμανση του πέλματος και κατ’ επέκταση του ποδιού γίνεται περί την ηλικία των 14-15 ετών (νωρίτερα στα κορίτσια).

Το νηπιακό πόδι έχει λιπώδη ιστό κάτω από την καμάρα του. Όταν το παιδί αρχίζει να περπατά, ενδέχεται να εμφανίζεται η καμάρα αλλά εξαφανίζεται όταν το πόδι φορτίζεται.

Όταν ζητηθεί από το παιδί να σταθεί στα δάκτυλα των ποδών του, η καμάρα εμφανίζεται και η πτέρνα έρχεται σε θέση ραιβότητας.

Η δυνατότητα να σταθεί στις πτέρνες με τα δάκτυλα σηκωμένα δείχνει ότι δεν υπάρχει ή είναι αμελητέα η βραχύτητα στον αχίλλειο τένοντα.

Η δυνατότητα να σταθεί πρώτα στο έξω χείλος του ποδιού και κατά δεύτερο λόγο στο έσω χείλος δείχνει ότι ο οπίσθιος και ο πρόσθιος κνημιαίος και οι περονιαίοι μύες λειτουργούν κανονικά.

Με την ικανότητα του παιδιού να σταθεί στο έσω χείλος του ποδιού, αποδεικνύεται ότι η υπαστραγαλική άρθρωση λειτουργεί κανονικά και δεν υπάρχουν οστικές γέφυρες στο πίσω μέρος του ποδιού.

Το παιδί πρέπει να εξετάζεται σε θέση καθιστή και να ελέγχεται η μυϊκή ισχύς των μυών του ποδιού και το παθητικό εύρος κίνησης της ΠΔΚ και υπαστραγαλικής άρθρωσης.

Πρέπει να εξετάζονται τα υποδήματα του παιδιού. Συνήθως υπάρχει φθορά στο έξω χείλος της πτέρνας. Παπούτσια χωρίς φθορά στο έξω μέρος της πτέρνας μπορεί να υποδηλώνουν βραχύ αχίλλειο τένοντα. Η φθορά των παπουτσιών στα παιδιά με πλατυποδία είναι κυρίως στην εσωτερική πλευρά τους, σε αντίθεση με τα φυσιολογικά παιδιά, στα οποία η φθορά των υποδημάτων παρατηρείται πίσω-έξω και εμπρός -έσω.

Η εκτίμηση του παιδιού πρέπει να περιλαμβάνει την εξέταση της βάδισής του. Η Σ.Σ. και γενικά όλο το σκέλος πρέπει να εξετάζονται για τυχόν ύπαρξη νευρολογικών προβλημάτων που θα μπορούσαν να προκαλέσουν πλατυποδία.

Ακτινολογική μελέτη: Στα ασυμπτωματικά παιδιά σπάνια ζητείται ακτινογραφία, σε συμπτωματικά παιδιά όμως πρέπει να γίνει πλάγια και προσθιοπίσθια ακτινογραφία των ποδιών σε στήριξη

Θεραπεία: ανάλογα με το βαθμό της παραμόρφωσης και της φιλοσοφίας του ιατρού, του ασθενούς και του περιβάλλοντός του, έχουμε διάφορα είδη θεραπείας, συντηρητικής και χειρουργικής

Η θεραπεία της ασυμπτωματικής χαλαρής πλατυποδίας στο κατά τα άλλα υγιές παιδί είναι μόνο η παρακολούθηση. Η πρώιμη προφυλακτική θεραπεία ασυμπτωματικών ποδιών δεν ενδείκνυται. Η χρήση διορθωτικών κατασκευών και ασκήσεων, ίσως καθησυχάσει τους γονείς, αλλά δεν αλλάζει το φυσιολογικό σχήμα της καμάρας, που βασίζεται σε κληρονομική χαλαρότητα του συνδετικού ιστού. Εάν υπάρχουν συμπτώματα που οφείλονται στη χαλαρή πλατυποδία, συχνά θα υποχωρήσουν με τη χρήση κάποιου ορθωτικού βοηθήματος, που υποστηρίζει την επιμήκη καμάρα.

Περιπτώσεις χαλαρής πλατυποδίας ελαφρού μέχρι μέτριου βαθμού είναι ανώδυνες και δεν χρειάζονται ιδιαίτερη θεραπεία. Όταν η βλαισότητα της πτέρνας ξεπερνά το μέτριο, η εφαρμογή ορθοπαιδικών υποδημάτων με ανύψωση του τακουνιού από το έσω μέρος κατά 3 χιλ. περίπου μαζί με σύγχρονη ενίσχυση της καμάρας βοηθάει στη διόρθωση της θέσης του ποδιού και στη σωστή ανάπτυξή του. (δεν συνίσταται ειδικά πέλματα πλατυποδίας)

Οι ασκήσεις που αποτελούν το δεύτερο σκέλος της κλασικής θεραπείας της πλατυποδίας, είναι αμφίβολο αν βελτιώνουν την καμάρα του ποδιού και δεν είναι στη πράξη εφαρμόσιμες σε ένα μικρό παιδί. Άλλωστε το μικρό παιδί με τη διαρκή κινητικότητά του κάνει πολύ περισσότερες ασκήσεις από όσες του χρειάζονται.

Οστεοχονδρίτιδες

Είναι σύνδρομα υπέρχρησης που προκαλούν διαταραχές στην αναπτυξη των επιφύσεων (άκρα) ορισμένων οστών. Αφορούν ηλικίες 4-18 ετών.
Οι οστεοχονδρίτιδες χαρακτηρίζονται από πύκνωση και ανωμαλία του περιγράμματος της βλάβης και κατόπιν από κατακερματισμό του οστού στις περιοχές της προσβολής.
Οι πιθανές αιτίες, που προκαλούν οστεοχονδρίτιδα, είναι κυκλοφοριακές διαταραχές και συγκεκριμένα θρόμβωση ή εμβολή αγγείων στην περιοχή της επίφυσης του οστού. Επίσης διαφόρου είδους φλεγμονές και τραυματισμοί στα προαναφερόμενα σημεία.
Πιθανή υπερφόρτιση του αθλούμενου προκαλεί την εμφάνιση συμπτωμάτων. Αυτά είναι: Διαρκής πόνος στο σημείο της προσβολής με ύφεση όταν ο αθλούμενος αναπαύεται. Η κατάσταση αυτή συνήθως μεγάλη διάρκεια (από 20 μέρες έως 1-2 χρόνια) και υποχωρεί αυτόματα. Πολλές φορές, στο σημείο της φλεγμονής, δημιουργείται οίδημα και εμφανίζεται ερυθρό και ζεστό.
Οστεοχονδρίτιδες εντοπίζονται συνήθως στα εξής σημεία:

  • Οστεοχονδρίτιδα του κνημιακού κυρτώματος
  • Διαχωριστική οστεοχονδρίτιδα
  • Οστεοχονδρίτιδα των πόλων της επιγονατίδας
  • Οστεοχονδρίτιδα της άνω μηριαίας επίφυσης
  • Οστεοχονδρίτιδα της σπονδυλικής στήλης
  • Οστεοχονδρίτιδα του μηνοειδούς οστού στον καρπό
  • Οστεοχονδρίτιδα της φτέρναςΣε όλες τις εντοπίσεις οστεοχονδρίτιδας, η ανάπαυση του αθλούμενου είναι απαραίτητη τουλάχιστον για 15 ημέρες. Ο πάσχων θα πρέπει να απέχει από κάθε αθλητική δραστηριότητα. Μάλιστα, θα ήταν σημαντικό εάν την πρώτη βδομάδα της προσβολής παρέμενε σε πλήρη ανάπαυση (κλινήρης).
    Η φαρμακευτική αγωγή βοηθάει στην αποκατάσταση της φλεγμονής και γενικότερα της πάθησης.

Αναπτυξιακή δυσπλασία του ισχίου

Είναι μια πάθηση που αφορά τα νεογνά από την πρώτη στιγμή της γέννησης τους. Μπορεί να είναι από απλή χαλαρότητα (δυσπλασία ) του ισχίου, έως σοβαρή παραμόρφωση της άρθρωσης , στην οποία η κεφαλή του μηριαίου δεν έχει σχεδόν καμία επαφή με την κοτύλη και βρίσκεται σε εξάρθρημα.

Η συχνότητα της αναπτυξιακής δυσπλασίας του ισχίου είναι πολύ μεγάλη σε ορισμένες περιοχές της γης, ενώ σε άλλες είναι σπάνιο ή δεν υπάρχει. Ακόμα και στην ίδια χώρα μπορεί να υπάρχουν διαφορές στην συχνότητα του, όπως π.χ. στην Ελλάδα είναι συχνό στην Κρήτη, στη Ήπειρο, στην Καλαμάτα και γενικά στην Δυτική Ελλάδα, ενώ είναι σπάνιο στην περιοχή της Κοζάνης και Πτολεμαΐδας. Είναι συχνό επίσης στη Βόρεια Ιταλία, ενώ είναι σπάνιο στην Νότια. Η συχνότητα του συγγενούς εξαρθρήματος ισχίου υπολογίζεται στην Ελλάδα σε 1,5/1000 νεογνά, ενώ νεογνά που παρουσιάζουν αστάθεια στο ισχίο υπολογίζονται σε 1/100. Είναι πιο συχνό στα κορίτσια παρά στα αγόρια σε συχνότητα 5-9 προς ένα, συχνότερα εμφανίζεται στο αριστερό ισχίο(περίπου 60%), πιο σπάνια αφορά το δεξί ισχίο (20%) ή και τα δύο ισχία (20%).

Η αιτιολογία της πάθησης είναι πολυπαραγοντική.
Οι έρευνες όμως που έχουν γίνει προς την κατεύθυνση αυτή συγκλίνουν στην ενοχοποίηση των ακόλουθων παραγόντων:

  • Κληρονομικότητα
  • Ισχιακή προβολή κατά τη γέννηση
  • Ολιγοϋδράμνιο (Ελαττωμένη ποσότητα αμνιακού υγρού)
  • Η ρηλαξίνη, μία ορμόνη που εκκρίνεται λίγο πριν τον τοκετό, και προκαλεί χαλάρωση των αρθρώσεων, για να υποβοηθήσει τον τοκετό. Εάν η ορμόνη αυτή περάσει μέσα από τον πλακούντα στο έμβρυο, τότε η τάση προς χαλάρωση των αρθρώσεων αυξάνεται.
  • Η δίδυμη κύηση

Η πρώιμη διάγνωση μιας παθολογικής κατάστασης έχει πολύ μεγάλη σημασία, τόσο για το είδος της θεραπείας που θα επιλεγεί (συντηρητική ή χειρουργική) , όσο και για την έκβαση της θεραπείας. Παραμελημένα περιστατικά συνήθως θα χρειαστούν χειρουργική θεραπεία, ενώ, αν η διάγνωση τεθεί έγκαιρα, η πάθηση μπορεί να αντιμετωπισθεί συντηρητικά με ειδικούς νάρθηκες. Αν δεν αντιμετωπισθεί η πάθηση, μπορεί να οδηγήσει σε πρώιμη φθορά του χόνδρου της άρθρωσης (οστεοαρθρίτιδα) ή σε αναπηρία (μόνιμη χωλότητα).

Οστεοχονδρίτιδα ισχίου

Πρόκειται για μια ιδιοπαθή νέκρωση της άνω μηριαίας επίφυσης που εμφανίζεται στην παιδική ηλικία.

Πιο συχνά εμφανίζεται σε παιδιά ηλικίας 5 έως 9 ετών, αλλά μπορεί να να προσβληθεί κάθε παιδί από 18 μηνών έως 18 ετών.

Δεν είναι γνωστό τι προκαλεί την διαταραχή στην αιμάτωση της μηριαίας κεφαλής. Μια θεωρία ενοχοποιεί διαταραχές στην θρομβόλυση (ανεπάρκεια πρωτεϊνης C ή S ή της θρομβολυσίνης). Άλλες θεωρίες ενοχοποιούν κάποιο αρτηριακό ή φλεβικό έμφρακτο με το τελευταίο να είναι πιο πιθανό

Το 50% των παιδιών εμφανίζουν δυσκαμψία και πόνο στην περιοχή του ισχίου καθώς και χωλότητα. Τα συμπτώματα αυτά διαρκούν για ένα ή δυο έτη και στην συνέχεια τα παιδιά επιστρέφουν στο φυσιολογικό. Κάποια παιδιά έχουν συνεχόμενα ενοχλήματα και κάποιου είδους ανικανότητα

Περιγράφεται ένα χαρακτηριστικό προφίλ. Πρόκειται για ένα αγόρι (αγόρια / κορίτσια 4:1) που είναι πολύ αδύνατο, υπερκινητικό και είναι εμφανώς μικροκαμωμένο σε σχέση με τα συνομίληκα παιδιά. Βέβαια οστεοχονδρίτιδα μπορεί να εμφανιστεί και σε ένα παιδί που δεν έχει αυτό το προφίλ.

Οι γονείς αναφέρουν ότι το παιδί κουτσαίνει και ότι κατά διαστήματα αναφέρει πόνο στην περιοχή του ισχίου ή στο γόνατο. Τα συμπτώματα αυτά μπορεί να υπάρχουν για εβδομάδες ή μήνες και συχνά οι γονείς τα σχετίζουν με κάποιο τραυματισμό. Στην κλινική εξέταση παρατηρείται χωλότητα διαφόρου βαθμού, συνήθως ήπια, καθώς και περιορισμός της κινητικότητας του ισχίου. Η έσω στροφή του ισχίου είναι αυτή που περιορίζεται σημαντικά καθώς και η απαγωγή.

Η πρώτη εξέταση είναι μια απλή ακτινογραφία λεκάνης ισχίων προσθιοπίσθια και σε βατραχοειδή θέση. Εάν η απλή ακτινογραφία είναι χωρίς ευρήματα και τα συμπτώματα εμφανίστηκαν πρόσφατα, τότε μπορεί να γίνει μια επαναληπτική ακτινογραφία σε ένα μήνα. Το σπινθηρογράφημα οστών με τεχνήτιο και η μαγνητική τομογραφία εντοπίζουν την πάθηση νωρίτερα απ’ ότι η απλή ακτινογραφία. Επίσης με την μαγνητική τομογραφία μπορεί να καθοριστεί η έκταση προσβολής της μηριαίας επίφυσης.

H νόσος εξελίσσεται σε 4 στάδια.

Ι. Αρχικό στάδιο, κατά το οποίο η μηριαία κεφαλή εμφανίζεται πυκνή στην απλή ακτινογραφία

ΙΙ. Στάδιο κατακερματισμού, κατά το οποίο η κεφαλή είναι μαλακή και παραμορφώνεται

ΙΙΙ. Στάδιο επούλωσης κατά το οποίο νέο οστούν σχηματίζεται στην μηριαία κεφαλή

IV. Τελικό στάδιο όπου η κεφαλή επουλώνεται με κάποια παραμόρφωση.

Κλινικά, στο αρχικό στάδιο της νόσου, εμφανίζεται διαλείπουσα υμενίτιδα με χωλότητα και πόνο στο ισχίο ή στο γόνατο. Τα συμπτώματα επιτείνονται με την δραστηριότητα και υποχωρούν με την ξεκούραση. Καθώς η κεφαλή κατακερματίζεται και παραμορφώνεται, παρατηρείται απώλεια της κινητικότητας του ισχίου και ιδίως της έσω στροφής και απαγωγής. Μετά από περίπου ένα χρόνο συμπτωμάτων, οι ασθενείς βελτιώνονται σταδιακά. Μετά από 2 χρόνια το παιδί επιστρέφει σε φυσιολογικές δραστηριότητες με λίγα ενοχλήματα.

Στα παιδιά που η νόσος διαδράμει για λίγο διάστημα, η φυσική εξέλιξη είναι καλή. Οι περισσότεροι ασθενείς διανύουν την εφηβεία και την περισσότερη ενήλικο ζωή είτε χωρίς συμπτώμα τα είτε με ήπια παροδικά επεισόδια πόνου. Κατά την 5η δεκαετία της ζωής, το 50% των ασθενών έχουν αναπτύξει εκφυλιστική αρθρίτιδα και μπορεί να χρειαστούν ολική αρθροπλαστική ισχίου. Το υπόλοιπο 50% παραμένουν ασυμπτωματικοί καθόλη την διάρκεια της ενήλικου ζωής.

Η ηλικία έναρξης της νόσου αποτελεί τον πιο σοβαρό προγνωστικό παράγοντα. Όσο μεγαλύτερο είναι το παιδί τόσο χειρότερη η εξέλιξη. Αυτό φαίνεται να έχει σχέση με την ικανότητα οστικής ανακατασκευής που είναι καλύτερη σε ένα παιδί 4 ετών απ’ ότι σε ένα 16 ετών. Τα παιδιά με έναρξη της νόσου πριν τα 6 χρόνια συνήθως χρειάζονται λίγη θεραπεία και έχουν καλή εξέλιξη, με λίγες εξαιρέσεις. Τα παιδιά με ηλικία έναρξης τα 6-8 έτη βελτιώνονται με θεραπεία. Τα παιδιά με ηλικία έναρξης μετά τα 9 έτη έχουν πιο σοβαρά ενοχλήματα, απώλεια της σφαιρικότητας της κεφαλής και μπορεί να ανταποκριθούν ή όχι σε θεραπεία.

Η ταξινόμηση που χρησιμοποιείται σήμερα είναι αυτή του έξω στίχου (lateral pillar classification).

Στην ομάδα Α δεν παρατηρείται αλλαγή στο ύψος του έξω στοίχου και πάνε καλά χωρίς θεραπεία. Η ομάδα Β έχει μείωση του ύψους του έξω στοίχου μέχρι 50% και έχουν ενδιάμεση πρόγνωση. Στην ομάδα C το ύψος του έξω στοίχου μειώνεται περισσότερο από 50% και γενικά δεν έχουν καλή πρόγνωση.

Αρχικά χρειάζεται απλή παρακολούθηση του παιδιού και περιορισμός έντονων αθλητικών δραστηριοτήτων. Εάν τα συμπτώματα επιμένουν ή χειροτερεύουν, τότε μικρά διαστήματα ανάπαυσης και χρήση ΜΣΑΦ μπορεί να βοηθήσουν. Πατερίτσες μπορούν να χρησιμοποιηθούν εάν τα συμπτώματα είναι πολύ σοβαρά.

Στο περίπου 10% των παιδιών μπορεί να προσβληθεί και το άλλο ισχίο αλλά σε διαφορετικό χρόνο. Εάν προσβληθούν και τα δυο ισχία ταυτόχρονα τότε κανείς πρέπει να σκεφτεί την διάγνωση της επιφυσιακής δυσπλασίας

Υπάρχουν άλλες παθήσεις που μιμούνται την εικόνα της Perthes;

Η πολλαπλή επιφυσιακή δυσπλασία, η σπονδυλοεπιφυσιακή δυσπλασία και οι βλεννοπολυσακχαριδώσεις προκαλούν ανωμαλίες στην οστεοποίηση της μηριαίας κεφαλής που μοιάζει με άσηπτο νέκρωση. Ο υποθυρεοειδισμός, η χρήση στεροειδών και οι αιμοσφαιρινοπάθειες μπορεί να υποδύονται την Perthes.

Το ποια είναι η πιο αποτελεσματική θεραπεία, είναι μέχρι σήμερα υπό ερώτηση. Σε μια πολυκεντρική μελέτη η χειρουργική θεραπεία ήταν καλύτερη για το 50% των παιδιών. Τα παιδιά με τύπου Α ισχία δεν χρειάχονται θεραπεία. Τα παιδιά της ομάδας Β με οστική ηλικία πάνω από 6 έτη καθώς και τα παιδιά της κατηγορίας C μπορεί να ωφεληθούν από την χειρουργική θεραπεία.

Η συντηρητική αντιμετώπιση είναι καλύτερη για μικρά παιδιά (συνήθως < 6 ετών) ή σε παιδιά που δεν πληρούν τα κριτήρια της χειρουργικής αντιμετώπισης.

Σκολίωση

Σκολίωση είναι η τρισδιάστατη παραμόρφωση της σπονδυλικής στήλης, δηλαδή η πλάγια κλίση και στροφή των σπονδύλων.

Σκολίωση λοιπόν, ονομάζουμε κάθε κλίση της σπονδυλικής στήλης προς τα πλάγια. Η λέξη προέρχεται από το σκολιός, που σημαίνει στραβός. Φυσιολογική κλίση στο πλάι δεν υπάρχει στην σπονδυλική στήλη.

Η πιο συχνή εμφάνισή της, είναι κατά την εφηβική ηλικία ενός ατόμου, (80% των περιπτώσεων εντοπίζονται σε εφήβους, 1 ,5% – 4,5% του μαθητικού πληθυσμού), αλλά μπορεί να συμβεί και νωρίτερα, ακόμα και στην νηπιακή ηλικία.Στην ενήλικη ζωή η σοβαρή εκφύλιση της σπονδυλικής στήλης μπορεί να οδηγήσει στη σκολίωση των ενηλίκων.

Το 85%-90% είναι η ονομαζόμενη «άγνωστης αιτιολογίας», ή «εφηβική», ή «ιδιοπαθής» σκολίωση. Η συχνότερη όλων και η πλέον επικίνδυνη, αφού ΔΕΝ ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ το αίτιό της για να την πολεμήσουμε.Μέχρι στιγμής τα αποτελέσματα είναι πολύ φτωχά, παρά τις συνεχείς έρευνες που γίνονται για πενήντα και πλέον χρόνια.

Η σκολίωση μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία (βρεφική, νηπιακή, παιδική, εφηβική), ακόμα και στην ενήλικη ζωή έχουμε ιδιοπαθή σκολίωση (από παραμελημένες εφηβικές σκολιώσεις). Σε όσο μικρότερη ηλικία εμφανιστεί τόσο πιο επιθετική είναι συνήθως.25%-30% όσων εμφανίζουν ιδιοπαθή σκολίωση, έχουν κάποιο οικογενειακό ιστορικό σκολίωσης.

Ανάλογα με την περιοχή του σώματος, στην οποία υφίσταται, η σκολίωση μπορεί να είναι θωρακική, οσφυϊκή ή και θωρακοοσφυϊκή, κ.α.Εκτός από την παραμόρφωση της ράχης, η σκολίωση συνήθως δεν έχει άλλα συμπτώματα, με αποτέλεσμα πολλές φορές να υπάρχει καθυστέρηση στην διάγνωσή της. Ιατρικά, μπορεί να διαπιστωθεί με κλινικό έλεγχο και στην συνέχεια επιβεβαιώνεται με ακτινολογικές εξετάσεις.

Η θεραπεία της σκολίωση εξαρτάται από πολλούς παράγοντες (τύπος, ρυθμός επιδείνωσης κτλ), αλλά κυρίως από τον βαθμό παραμόρφωσης της σπονδυλικής στήλης, η οποία μετρείται σε μοίρες. Όταν η σκολίωση είναι λίγες μοίρες, συνήθως δεν προκαλεί πόνο, ούτε περιορισμό των κινήσεων και μπορεί να αντιμετωπιστεί συντηρητικά, δηλαδή, με εφαρμογή ορθοπεδικού κηδεμόνα, προκειμένου να υπάρξει αναχαίτιση της επιδείνωσης, αλλά και διόρθωση του προβλήματος, στις περιπτώσεις που αυτό είναι εφικτό.

Αντίθετα, όταν το μέγεθος της σκολίωσης είναι πολλές μοίρες, μπορεί να επηρεάσει, τόσο την αναπνευστική, όσο και την καρδιακή λειτουργία. Σε αυτές τις περιπτώσεις, η αντιμετώπισή της γίνεται με χειρουργική θεραπεία.

Ραιβόκρανο

To ραιβόκρανο είναι μια συχνή συγγενής παραμόρφωση, που εμφανίζεται με συχνότητα 1/250 γεννήσεις και μπορεί να εμφανιστεί στο νεογνό τους πρώτους μήνες της ζωής του.

Η λέξη ραιβόκρανο είναι σύνθετη (ραιβό + κρανίο), που σημαίνει ετυμολογικά στραβό κρανίο. Χαρακτηρίζεται από την κλίση της κεφαλής προς το ένα πλάγιο του σώματος με ταυτόχρονη στροφή αυτής προς τον αντίθετο πλάγιο από συρρίκνωση ή σύσπαση του ενός στερνοκλειδομαστοειδή.

Μηχανισμοί πρόκλησης ραιβόκρανου

Το ραιβόκρανο κατηγοριοποιείται σε μυϊκής, οστικής και νευρολογικής αιτιολογίας. Οι συνηθέστερες εκδηλώσεις κάθε κατηγορίας παρατίθεται παρακάτω.

Συγγενές μυϊκό ραιβόκρανο: Η αιτία του μυϊκού ραιβόκρανου είναι ο τραυματισμός του μυός που συνδέει το στέρνο, την κλείδα και το λαιμό.Συμβαίνει στον τοκετό αλλά και κατά την ενδομήτρια ζωή. Αναγνωρίζεται στις πρώτες 6 -8 εβδομάδες της ζωής του βρέφους, καθώς στον λαιμό του θα υπάρχει ένα μικρό εξόγκωμα στην πλευρά που τραυματίστηκε. Ο μυς συσπάται, το βρέφος εξαναγκάζεται να κρατάει το κεφάλι του προς μια πλευρά.

Σύνδρομο Klippel – Feil:Η πάθηση αυτή υπάρχει όταν γεννιέται το μωρό. Ο λαιμός του έχει μια κλίση που προκαλείται από αδυναμία των αυχενικών σπονδύλων της ΣΣ να διαχωριστούν.Τα ενδεικτικά σημεία του συνδρόμου είναι ο κοντός και χοντρός λαιμός, η χαμηλή τριχοφυΐα στον αυχένα και η περιορισμένη κινητικότητα στην ΑΜΣΣ. Διακρίνεται σε 3 διαφορετικούς τύπους.

Ραιβόκρανο που οφείλεται σε τραυματισμό ή φλεγμονή:Η περίπτωση αυτή παρατηρείται σε παιδιά ηλικίας μέχρι 10 ετών. Οι μύες του λαιμού [στερνοκλειδομαστοειδής ή σκαληνοί κ.ο.κ] συσπώνται και αναγκάζουν το κεφάλι να κλίνει προς τη μια πλευρά. Είναι παροδικό και καλής προγνώσεως, αν όμως υποτροπιάσει συνιστάται έλεγχος και ιατρική παρακολούθηση

Κλινική εικόνα

Χαρακτηριστική είναι η πλάγια κάμψη της κεφαλής προς το συσπασμένο μυ και στροφή προς το αντίθετο πλάγιο. Η παραμόρφωση είναι ανώδυνη και εμφανής κατά τη γέννηση. Σε παιδιά ηλικίας μεγαλύτερης των 6 μηνών, ο προσβεβλημένος στερνοκλειδομαστοειδής είναι συσπασμένος, σχοινοειδής και πιο βραχύς. Αν η πάθηση παραμείνει αθεράπευτη αναπτύσσονται δευτερογενείς παραμορφώσεις του προσώπου και της κεφαλής κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους της ζωής. Τα οστά του προσώπου στην πλευρά του συσπασμένου μυός επιπεδώνονται εξαιτίας της εξωτερικής πίεσης σε αυτά κατά τον ύπνο του παιδιού στην πρηνή θέση. Σε παραμελημένες περιπτώσεις, αναπτύσσεται αυχενοθωρακική σκολίωση με το κυρτό στην πάσχουσα πλευρά.

Θεραπεία

Δύο είναι οι τρόποι αντιμετώπισης του ραιβόκρανου, ο συντηρητικός και χειρουργικός τρόπος θεραπείας. Η ηλικία διάγνωσης της πάθησης καθορίζει και την αντιμετώπιση.

Συντηρητική Αντιμετώπιση:

Η φυσιοθεραπεία περιλαμβάνει τις παθητικές διατάσεις του στερνοκλειδομαστοειδούς μυός. Οι ασκήσεις αυτές μπορούν να εφαρμοστούν και από τους γονείς μετά από εκπαίδευση. Αναφέρεται αποτελεσματικότητα έως 90% όταν εφαρμόζονται σωστά και καθημερινά. Το ποσοστό υποτροπής καταγράφεται σε 2%. Αρνητικοί προγνωστικοί παράγοντες θεωρούνται η παρουσία μάζας στο στερνοκλειδομαστοειδή, η αρχική στροφή της κεφαλής από την ουδέτερη θέση μεγαλύτερη από 15ο και η ηλικία μεγαλύτερη του ενός έτους κατά την έναρξη της θεραπείας. Η συντηρητική θεραπεία περιλαμβάνει ακόμη τη συχνή αλλαγή θέσεων και την ενθάρρυνση στροφής του κεφαλιού με ερεθίσματα προς την πάσχουσα πλευρά. Έχει προταθεί ακόμη η χρήση αυχενικού κηδεμόνα σε μεγαλύτερα παιδιά σε θέση ελαφράς υπερδιόρθωσης.

Χειρουργική Αντιμετώπιση:

Η χειρουργική αντιμετώπιση συστήνεται ιδιαίτερα όταν υπάρχει περιορισμός της κινητικότητας >30ο και παραμόρφωση των οστών του προσώπου, σε παιδιά μεγαλύτερα των 12-18 μηνών.